enzymopathie
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
enzymopathie | enzymopathies |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]enzymopathie (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η ενζυμοπάθεια
ενικός | πληθυντικός |
enzymopathie | enzymopathies |
enzymopathie (fr) θηλυκό