establi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ρήμα establi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας establas establanta establata
αόριστος establis establinta establita
μέλλοντας establos establonta establota
υποθετική establus - -
προστακτική establu - -

establi (eo)

  1. θεσπίζω
    la premio estis establita omaĝe a..., το βραβείο θεσπίστηκε προς τιμήν του/της...
  2. εγκαθιστώ
  3. αποδεικνύω