etiketo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | etiketo | etiketoj |
αιτιατική | etiketon | etiketojn |
etiketo (eo)
- η ετικέτα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | etiketo | etiketoj |
αιτιατική | etiketon | etiketojn |
etiketo (eo)