eval
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Συντομομορφή[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
eval | evals |
eval (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- read-eval-print loop (REPL)
ενικός | πληθυντικός |
eval | evals |
eval (en)