even

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός even
συγκριτικός more even
υπερθετικός most even

even (en)

  1. επίπεδος, ομαλός
    an even surface - επίπεδη/ομαλή επιφάνεια
     συνώνυμα: flat, plane
  2. ζυγός
    even numbers - ζυγοί αριθμοί
     αντώνυμα: odd
  3. (καθομιλουμένη) πάτσι
    We are even.
    Είμαστε πάτσι.
     συνώνυμα: quits (ΗΒ), square

Επίρρημα[επεξεργασία]

even (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. ακόμα και (να), κι αυτός
    Even in July it is cold there.
    Ακόμα και τον Ιούλιο κάνει κρύο εκεί.
    Even going out is dangerous.
    Ακόμα και να βγεις έξω είναι επικίνδυνο.
    Even her own father hated her.
    Κι αυτός ο πατέρας της τη μίσησε.
  2. ούτε

Πηγές[επεξεργασία]

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 144-145, 356, 398, 623, 674. ISBN 9780194325684. , λήμμα: αυτός, ζυγός, και, ομαλός, πάτσι