even though
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
even though (en)
- (ιδιωματισμός) μολονότι, παρόλο που, όσο και να
- ↪ Even though he is smart, he doesn’t understand this.
- Μολονότι είναι έξυπνος, δεν το καταλαβαίνει αυτό.
- ↪ I will go even though she does not want me there.
- Εγώ θα πάω παρόλο που δεν με θέλει εκεί.
- ↪ Even though we don’t want it to be, it is the reality.
- Όσο και να μην το θέλουμε, αυτή είναι η πραγματικότητα.
- ↪ Even though he is smart, he doesn’t understand this.