exaltation
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]exaltation (en)
- η έξαρση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
exaltation | exaltations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]exaltation (fr) θηλυκό