execute
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈɛksɪˌkjuːt/
- ⓘ
Ρήμα[επεξεργασία]
execute (en)
- εκτελώ
- (πληροφορική) εκτελώ πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
execute στην αγγλική Βικιπαίδεια