Μετάβαση στο περιεχόμενο

exhumation

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

exhumation (en)



      ενικός         πληθυντικός  
exhumation exhumations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

exhumation (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]