expiation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛks.pi.ja.sjɔ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
expiation | expiations |
expiation (fr) θηλυκό
- η εξιλέωση