exspecto

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

exspecto < ex + specto

Ρήμα[επεξεργασία]

exspecto (la) & expecto (exspectō1, exspectāvī, exspectātum, exspectāre)

Κλίση[επεξεργασία]