extensão

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

extensão (pt) < από το λατινικό extensio -ōnis.

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

extensão (pt) (πληθ. extensões)