factieusement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

factieusement < factieuse, θηλυκό του factieux + -ment

Επίρρημα[επεξεργασία]

factieusement (fr)