fago
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- fago < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fago | fagoj |
αιτιατική | fagon | fagojn |
fago (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fago | fagoj |
αιτιατική | fagon | fagojn |
fago (eo)