fagoto
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- fagoto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| πτώση | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| ονομαστική | fagoto | fagotoj |
| αιτιατική | fagoton | fagotojn |
fagoto (eo)
- (μουσικό όργανο) το φαγκότο