faire la nique à

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

faire la nique à → δείτε τις λέξεις faire, la, nique και à

Ρηματική έκφραση[επεξεργασία]

faire la nique à (fr)

  1. δείχνω την περιφρόνησή μου σε (κάποιον)
  2. (μεταφορικά) κοροϊδεύω, ειρωνεύομαι