falling
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]falling (en) (χωρίς παραθετικά)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]falling (en) συνήθως στον ενικό - πληθυντικός: fallings
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]falling (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του fall