falsa lectio
Εμφάνιση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]falsa lectio αρσενικό (νεολατινικά)
- (βιβλιογραφική παραπομπή, παλαιογραφία) παρανάγνωση, εσφαλμένη γραφή
- συντομογραφία: f.l.