fataliste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
fataliste | fatalistes |
fataliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο μοιρολάτρης, ο φαταλιστής
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
fataliste | fatalistes |
fataliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό