femidom-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
femidom- < γερμανική Femidom

femidom- (eo)

Παράγωγα

[επεξεργασία]