fianĉiniĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα fianĉiniĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | fianĉiniĝas | fianĉiniĝanta | fianĉiniĝata |
αόριστος | fianĉiniĝis | fianĉiniĝinta | fianĉiniĝita |
μέλλοντας | fianĉiniĝos | fianĉiniĝonta | fianĉiniĝota |
υποθετική | fianĉiniĝus | - | - |
προστακτική | fianĉiniĝu | - | - |
fianĉiniĝi (eo)