fils
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
fils | fils |
fils (fr) αρσενικό
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]fils (fr)