fina
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fina | finaj |
αιτιατική | finan | finajn |
fina (eo)
![]() |
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fina | finaj |
αιτιατική | finan | finajn |
fina (eo)