fish out

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας fish out
γ΄ ενικό ενεστώτα fishes out
αόριστος fished out
παθητική μετοχή fished out
ενεργητική μετοχή fishing out

Ετυμολογία [επεξεργασία]

fish out < → δείτε τις λέξεις fish και out

Ρήμα[επεξεργασία]

fish out (en)

  • (ιδιωματισμός) ψαρεύω, βρίσκω κάποιον ή κάτι
    Where did you fish out this old book from?
    Πού το ψάρεψες αυτό το παλαιό βιβλίο;

Πηγές[επεξεργασία]