fixed point
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
fixed point | fixed points |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
fixed point (en)
- (πληροφορική) σταθερής υποδιαστολής (αναπαράσταση κλασματικού αριθμού)
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- fixed point στην αγγλική Βικιπαίδεια