flautista
Εμφάνιση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]flautista (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
flautista | flautistas |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]flautista (pt)
- ο φλαουτίστας
- ο κατασκευαστής φλάουτων
flautista (pt) <
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
flautista | flautistas |
flautista (pt)