fletching

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

/ˈflɛtʃɪŋ/

Ετυμολογία en[επεξεργασία]

μέσος 17ος αιώνας: fletching < μεταποίηση του ρήματος fledge «φτερώνω, πτερώνω», με πιθανή επιρροή από το ουσιαστικό fletcher «βελοποιός, βελοπώλης»

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

fletching (en)