floreo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

floreo < flos (άνθος) < πρωτοϊταλική *flōs < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *bʰleh₃-s ‎(λουλούδι, άνθος) < *bʰleh₃- ‎(ανθίζω)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈfloː.re.oː/

Ρήμα[επεξεργασία]

floreo (la)

  1. ανθώ
  2. ακμάζω
  3. ευημερώ
  4. είμαι γεμάτος
  5. (για κρασί) αφρίζω

Κλίση[επεξεργασία]