focal point
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
focal point | focal points |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
focal point (en)
ενικός | πληθυντικός |
focal point | focal points |
focal point (en)