forfaitisé

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό forfaitisé forfaitisés
θηλυκό forfaitisée forfaitisées

Επίθετο[επεξεργασία]

forfaitisé (fr)

  • που μπορεί να πληρωθεί με ένα συμβατικό ποσό που έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων

Συγγενικά[επεξεργασία]