found object

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
found object found objects

Ετυμολογία [επεξεργασία]

found object < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική objet trouvé

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

found object (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]