franclingvano
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | franclingvano | franclingvanoj |
αιτιατική | franclingvanon | franclingvanojn |
franclingvano (eo)
- ο γαλλομαθής, ο γαλλόφωνος