frangible

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
frangible frangibles

Επίθετο[επεξεργασία]

frangible (fr) αρσενικό ή θηλυκό