frazo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | frazo | frazoj |
αιτιατική | frazon | frazojn |
frazo (eo)
- η φράση
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | frazo | frazoj |
αιτιατική | frazon | frazojn |
frazo (eo)