Μετάβαση στο περιεχόμενο

froideur

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
froideur < froid + -eur

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /fʁwa.dœʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
froideur froideurs

froideur (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
 δείτε τη λέξη  froid

Αντώνυμα

[επεξεργασία]