frottement
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
frottement | frottements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]frottement (fr) αρσενικό
- η τριβή
- (μεταφορικά) η προστριβή
ενικός | πληθυντικός |
frottement | frottements |
frottement (fr) αρσενικό