frottement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
frottement | frottements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
frottement (fr) αρσενικό
- η τριβή
- (μεταφορικά) η προστριβή
ενικός | πληθυντικός |
frottement | frottements |
frottement (fr) αρσενικό