full-bore

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

full bore (en)

  1. με μέγιστη ταχύτητα, υπερπλήρης
  2. (για πυροβόλο όπλο) μεγάλου βεληνεκούς

Επίρρημα[επεξεργασία]

full-bore (en)

  • με μέγιστη ταχύτητα