funkcio
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | funkcio | funkcioj |
αιτιατική | funkcion | funkciojn |
funkcio (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | funkcio | funkcioj |
αιτιατική | funkcion | funkciojn |
funkcio (eo)