géologiquement
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- géologiquement < géologique + -ment
Επίρρημα
[επεξεργασία]géologiquement (fr)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη géologie
géologiquement (fr)