Μετάβαση στο περιεχόμενο

gözlük

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
gözlük < göz (μάτι) + -lük

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

gözlük (tr)

Παράγωγα

[επεξεργασία]