gallery

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gallery (en)

  1. η στοά
  2. η γκαλερί (εκθεσιακός χώρος ή κατάστημα πώλησης έργων τέχνης)
  3. ο εξώστης σ' ένα κινηματογράφο, η "γαλαρία"· το υπερώο του ναού