gazelle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
gazelle (en)
- (θηλαστικό ζώο) η γαζέλα
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
gazelle | gazelles |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
gazelle (fr) θηλυκό
- (θηλαστικό ζώο) η γαζέλα