gefratoj
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | gefratoj |
αιτιατική | gefratojn |
gefratoj (eo)
πτώση | ενικός |
---|---|
ονομαστική | gefratoj |
αιτιατική | gefratojn |
gefratoj (eo)