Μετάβαση στο περιεχόμενο

genêt

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
genêt genêts

genêt (fr) αρσενικό