genezen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ολλανδικά (nl) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
genezen (nl) (αόρ. : genas (πλ: genazen), παθ. μτχ. : genezen)