get the memo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
πιάνω (διαισθητικά) το νόημα, είμαι στο κλίμα χωρίς καθοδήγηση
Σημειώσεις[επεξεργασία]
memo: προφορά: /'mi.mo/
πιάνω (διαισθητικά) το νόημα, είμαι στο κλίμα χωρίς καθοδήγηση
memo: προφορά: /'mi.mo/