gimnastika
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- gimnastika < gimnastik- + -a
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | gimnastika | gimnastikaj |
αιτιατική | gimnastikan | gimnastikajn |
gimnastika (eo)
- γυμναστικός, σχετικός με τη γυμναστική