give away
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | give away |
γ΄ ενικό ενεστώτα | gives away |
αόριστος | gave away |
παθητική μετοχή | given away |
ενεργητική μετοχή | giving away |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]give away (en)