Μετάβαση στο περιεχόμενο

glean

Από Βικιλεξικό
  • εξάγω-περισυλλέγω πληροφορία (συνήθως με δυσκολία ή έχοντας ελλιπή δεδομένα)
  • περισυλλέγω καρπούς-σοδειά με το χέρι (συνήθως με δυσκολία, όχι εύκολα προσιτούς)