glittering

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

outstanding (en)

  1. απαστράπτων, λαμπερός
  2. εντυπωσιακός, -ή, -ό
  3. ...